*Σοφία Σκλαβενίτη
Η σημερινή πρωτοβουλία έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς πραγματοποιείται σε μία περίοδο που το φαινόμενο της χρήσης και εξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες όχι μόνο έχει αυξητική τάση παγκοσμίως, όπως παρατηρούν στις εκθέσεις τους όλοι οι αρμόδιοι οργανισμοί, αλλά παίρνει και νέα χαρακτηριστικά.
Με τη σημερινή τοποθέτηση δεν επιδιώκουμε ασφαλώς να καλύψουμε ένα τόσο πολυδιάστατο ζήτημα αλλά περισσότερο να ανοίξουμε κάποιες πλευρές προβληματισμού ώστε να ακολουθήσει μία πλούσια συζήτηση.
Για να απαντήσουμε στο πώς προλαμβάνουμε την εμπλοκή με τη χρήση ουσιών και τι μέτρα χρειάζονται ώστε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα είναι αναγκαίο να ξεκαθαρίσουμε τη φύση του φαινομένου και τα στοιχεία που το συνθέτουν.
ΟΥΣΙΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ
Το πρόβλημα της χρήσης ναρκωτικών δεν είναι μόνο η χρήση μιας χημικής ουσίας και η επικινδυνότητα που επιφέρει. Αλλά το «γιατί» της χρήσης. Όσοι κάνουν χρήση ουσιών, προσπαθούν να καλύψουν τρύπες. Δηλαδή να κατασκευάσουν τεχνητές συνθήκες, ώστε να βρουν μέσα σε αυτές όσα η καθημερινότητα τους στερεί : έναν κοινωνικό ρόλο, μία ταυτότητα, ανακούφιση από τα προβλήματα, ψευδαισθήσεις επικοινωνίας, επιτυχίας, ευτυχίας κλπ. Η ουσία λειτουργεί ως μέσον φυγής από προσωπικά και γενικότερα αδιέξοδα, ως υποκατάστατο ικανοποίησης ακάλυπτων, αλλά ουσιωδών αναγκών του ατόμου. Σε τελική ανάλυση, ως μέσον φυγής από τον ίδιο τον εαυτό.
Και με αυτή την έννοια δεν ευσταθεί κανένας διαχωρισμός μεταξύ «σκληρών και μαλακών ναρκωτικών» παρόλο που έχουν χυθεί τόνοι μελάνης γύρω από αυτό το θέμα. Γιατί ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη χημική δράση της κάθε ναρκωτικής ουσίας, η ψυχολογική δέσμευση, ο συμβολισμός που αποκτά η ουσία για το άτομο, οι αιτίες που οδηγούν στη χρήση είναι κοινές. Όπως κοινές είναι και οι επιπτώσεις από τη χρήση της. Γιατί ακόμα και αν μια ουσία δεν προκαλεί σωματική εξάρτηση ή δεν σε σκοτώνει άμεσα, οδηγεί πάντα σε «κοινωνικό θάνατο» μέσω της απόσυρσης, της αλλοίωσης των ανθρώπινων σχέσεων μέσα στις οποίες μπορεί μόνο ο άνθρωπος να λειτουργήσει και να εξελιχθεί ως κοινωνικό όν. Η ουσία διαστρεβλώνει την επαφή του ατόμου με τον εαυτό του, τους γύρω του και με την πραγματικότητα, τον απομακρύνει από τις πραγματικές του ανάγκες. Μπαίνουν εμπόδια στη δυνατότητα να γνωρίζει την θέση του μέσα στην κοινωνία και με βάση αυτή να δράσει συνειδητά. Παύει να είναι ελεύθερος. Τελικά αποκοινωνικοποιείται.
Με βάσει αυτό δεν έχει και τόση σημασία αν η χρήση γίνεται περιστασιακά ή πιο συστηματικά. Γιατί ακόμα και στην περιστασιακή χρήση έχουν ήδη συντελεστεί αλλαγές. Ήδη συνδέω την ουσία με στιγμές της ζωής μου, δηλαδή δίνω νόημα, ρόλο στη χρήση, με αποτέλεσμα να μη μαθαίνω να διαχειρίζομαι τις συνθήκες με άλλον τρόπο. Η ψευδαίσθηση του «ελέγχου», η λεγόμενη χρήση «μια στο τόσο που δε βλάπτει», κρύβει την παγίδα να μη δούμε ότι από πίσω κρύβεται ένα «κάθε τόσο». Κάθε τόσο που θέλω να ενταχθώ, κάθε τόσο που θέλω να αδειάσω το κεφάλι μου κ.ο.κ. Κατά μία έννοια, ακόμα και μία μοναδική φορά βλάπτει γιατί «κλωτσάω» αυτό που πραγματικά είμαι.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ
H εξάρτηση δεν είναι ασθένεια, ελεύθερη ατομική επιλογή, ψυχολογικό πρόβλημα, συμπεριφορά περιθωριακών στοιχείων, όπως συνηθίζουμε να ακούμε. Είναι ένα καθαρά κοινωνικό φαινόμενο. Παρά το ότι η χρήση ναρκωτικών ουσιών για τελετουργικούς σκοπούς ήταν γνωστή από την αρχαιότητα, το φαινόμενο της οργανωμένης παραγωγής, διάθεσης και κατανάλωσης ναρκωτικών ουσιών, με μαζικά και σταθερά χαρακτηριστικά, τοποθετείται ιστορικά στις αρχές του 19ο αιώνα, όπου εμφανίζεται πρώτη φορά και ο όρος εξάρτηση. Ακραίες οικονομικές ανισότητες, εξοντωτικές συνθήκες εργασίας, καμία δυνατότητα κάλυψης θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων και αναγκών, αποξένωση είναι μερικά μόνο από τα θεμέλια πάνω στα οποία διαμορφώθηκε ανελεύθερα η ανάγκη φυγής από μία δυσβάστακτη πραγματικότητα.
Η κοινωνική φύση του φαινομένου επιβεβαιώνεται από την επαναληψιμότητά του. Η Παγκόσμια έκθεση του ΟΗΕ (2020) έφερε στο φως τα εξής στοιχεία σε σχέση με αυτό το ζήτημα :
- Άνθρωποι από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευαλωτότητα για ροπή προς τη χρήση ουσιών, την εξάρτηση και την πολυτοξικομανία σε σχέση με τους πιο εύπορους. Σε αυτό συμβάλλουν οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες όπως η ανεργία, φτώχεια, η περιορισμένη εκπαίδευση, η περιθωριοποίηση.
- Η χρήση ναρκωτικών είναι υψηλότερη στις «ανεπτυγμένες» χώρες γιατί εκεί υπάρχουν περισσότερες κοινωνικές ανισότητες που εντείνουν το άγχος αλλά και γιατί οι κοινωνικές ανάγκες δεν καλύπτονται από δημόσιες πολιτικές.
Το άρρηκτο δέσιμο της χρήσης ναρκωτικών με τις αλλαγές στην κοινωνική δομή, αποτυπώνεται σε κάθε ιστορική περίοδο όπου υπήρξαν σημαντικές κοινωνικές αλλαγές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα :
Το διάστημα της οικονομική κρίσης του 2008 :
Τα «ναρκωτικά των φτωχών» όπως το «πάκο» στην Αργεντινή και το «σίσα» στην Ελλάδα, άκρως εθιστικά και επικίνδυνα, κατέκλυσαν τις πιάτσες. Η παραδοχή του τότε Διευθυντή Εθισμών της Αργεντινής ότι «Έπρεπε να εξολοθρευτεί μια ολόκληρη γενιά που δεν θα είχε δουλειά, δεν θα είχε θέση στα σχολεία και στα πανεπιστήμια, δεν θα είχε δυνατότητες να ενταχθεί με κανέναν τρόπο στην κοινωνία. Και επιπλέον, δεν θα έπρεπε να είναι παρούσα για αγωνιστεί για τα δικαιώματα της» δείχνει πολύ καθαρά τον στόχο της αξιοποίησης των ναρκωτικών ως μέσο καταστολής. Το σύστημα ελέγχου του ΟΗΕ μέσα σε 8 χρόνια από την έναρξη της κρίσης έως το 2016 κατέγραψε πάνω από 620 νέες ναρκωτικές ουσίες που εμφανίστηκαν στην αγορά και μπορούσε κανείς να παραγγέλνει ελεύθερα μέσω ίντερνετ με πολύ χαμηλό κόστος ενώ από το 2011 έως το 2019 δημοσιεύτηκαν πάνω από 130 έρευνες που συσχετίζουν τη χρήση ουσιών με την ανεργία.
Άλλο παράδειγμα : Η ενεργή πείρα από την πανδημία :
Μέσα σε συνθήκες κοινωνικής αποστασιοποίησης, αποκλεισμών, αβεβαιότητας, διάλυσης του βιοτικού επιπέδου επιδεινώθηκαν όλες οι πλευρές της χρήσης και εξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες αλλά και συνολικά των εθισμών : η έναρξη, η συστηματοποίηση της χρήσης, η υποτροπή στη χρήση. Το διάστημα της καραντίνας ο ΟΗΕ παρατήρησε ότι «η Ευρώπη πλημμύρισε από κοκαϊνη», ενώ στη χώρα μας καταγράφηκε αύξηση έως και 650% στη χρήση αμφεταμινών. Οι αυξήσεις των πωλήσεων κάνναβης στις χώρες που είναι νόμιμη πχ. Καναδάς εκτοξεύτηκαν έως και στο 600%, ενώ τα cannabis shop έμειναν ανοιχτά όλο το διάστημα της καραντίνας ως είδος πρώτης ανάγκης.
Τι έχουν να πουν οι υποστηρικτές του «ατομικού δικαιώματος» στη χρήση μπροστά σε αυτή την κατάσταση; Ήταν μήπως προσωπική επιλογή κανενός ο εγκλεισμός και η έλλειψη κοινωνικοποίησης; Προσωπική επιλογή το σταμάτημα της δουλειάς ή δημιουργικών δραστηριοτήτων; Ο φόβος για το αύριο; Από προσωπική επιλογή δεν πήρε κάποιος τη στήριξη που ίσως χρειαζόταν αυτή την περίοδο;
ΠΟΛΥΠΑΡΑΓΟΝΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
Η πορεία από τη δοκιμή μιας ουσίας προς την εξάρτηση είναι μία κοινωνική σχέση. Μπορούμε να τη φανταστούμε σαν ένα ισόπλευρο τρίγωνο όπου στις κορυφές του βρίσκονται ένα δυσμενές κοινωνικό περιβάλλον -άμεσο και έμμεσο- η προσωπικότητα (σε μία ευάλωτη φάση της) και η ουσία (με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της που μπορεί να διευκολύνουν την εδραίωση της εξάρτησης (πχ. ναρκωτικές ουσίες : αντοχή) Για να αναπτυχθεί η εξαρτητική συμπεριφορά χρειάζεται να υπάρχουν και οι τρεις παράγοντες. Η ουσία όμως πρέπει να είναι διαθέσιμη για να μπορέσει να συναντηθεί με την προσωπικότητα. Η προσωπικότητα από την άλλη δε γεννιέται ευάλωτη, διαμορφώνεται μέσα στις επιλογές και τα πρότυπα που της παρέχονται.
Θα λέγαμε λοιπόν ότι σε αυτή τη δυναμική σχέση το κύριο στοιχείο είναι το περιβάλλον. Γιατί αυτό είναι που δίνει ή φράζει το δρόμο σε μορφωτικές ή δημιουργικές επιλογές ώστε να αναπτύσσονται ολόπλευρες, «δυνατές» προσωπικότητες, που θα μπορούν να ακολουθούν τα όνειρα και τους στόχους τους, τις κλίσεις και τα ταλέντα τους. Αυτό είναι που δίνει ή στερεί τη δυνατότητα από την οικογένεια, ως ενδιάμεσο κρίκο μεταξύ κοινωνίας και ατόμου, να αφιερώνει ποιοτικό χρόνο με τα μέλη της και να απαντά στις συναισθηματικές τους ανάγκες. Το κοινωνικό περιβάλλον είναι, επίσης, αυτό που αξιοποιεί ή όχι τις εξαρτήσεις, ανοίγοντας καμιά φορά διάπλατα το δρόμο προς αυτές, δημιουργώντας και στρεβλές ανάγκες.
Τι συμβαίνει σήμερα με τα ναρκωτικά; Η «κοινωνία» δεν είναι αυτή που συντηρεί το εμπόριό τους γιατί τα κέρδη είναι ασύλληπτα, φτάνοντας μέχρι το σημείο να νομιμοποιεί ναρκωτικές ουσίες εν είδει φορολογικών εσόδων; Η «κοινωνία» προσφέρει και το περίβλημα ώστε κάποιος να αποκτήσει ακόμα και την περιέργεια για να δοκιμάσει. Και τι δεν έχουμε ακούσει! «Σε απελευθερώνουν, σου αυξάνουν τη δημιουργικότητα, σε διασκεδάζουν, ανακαλύπτεις καλύτερα τον εαυτό σου» και πόσα ακόμα. Δείτε τι γίνεται σήμερα με την κάνναβη, που για 9/10 εξαρτημένους ήταν η πρώτη ουσία με την οποία ξεκίνησαν τη χρήση. Ένα απλό googlαρισμα και εμφανίζεται παντού ως «φάρμακο για πάσα νόσο», σε σημείο που ο ΟΗΕ στην τελευταία έκθεσή του ζητά από τις κυβερνήσεις να πάρουν μέτρα περιορισμού των διαφημίσεών της, ενώ δε λείπει και στη χώρα μας η αντιμετώπισή της ως «φάρμακο» και για την οικονομική ανάπτυξη. Και κάπως έτσι, αργά αλλά μεθοδικά, η Αθήνα έφτασε να είναι η 5η πόλη της Ευρώπης σε χρήση κάνναβης το 2021, ενώ μέχρι πριν μια δεκαετία ήμασταν στις τελευταίες θέσεις στη χρήση ουσιών και για ½ 16χρονους μαθητές σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ΕΠΙΨΥ, η δοκιμή κάνναβης να θεωρείται ακίνδυνη.
Η χρήση ουσιών άρα, κουμπώνει σε μια εποχή όπου οι πραγματικές ανάγκες έχουν ήδη μπει σε αναστολή και ιδιαίτερα σε μια ηλικία, όπως αυτή της εφηβείας, όπου η προσωπικότητα ακόμα διαμορφώνεται, δεν είναι στέρεη. Όταν αυτή συνυπάρχει με μια κοινωνική πραγματικότητα πολλές φορές κενή νοήματος, που δεν μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο ζωής και αντικίνητρο στη χρήση ουσιών, μια πραγματικότητα που χαρακτηρίζεται από ανασφάλεια, ανισότητα, παρακολούθηση ενός απαξιωμένου και ανταγωνιστικού σχολείου που στερείται του διαπαιδαγωγητικού του ρόλου, έναν αθλητισμό και πολιτισμό υποβαθμισμένο ή ταυτισμένο με την εκτόνωση, μια οικογένεια που βάλλεται από παντού και δεν έχει πολλές φορές το χρόνο ούτε τις αντοχές να σταθεί στα ίδια της τα παιδιά, όταν προβάλλεται ως συνταγή επιτυχίας το δόγμα «ο θάνατός σου η ζωή μου» άρα το κλείσιμο στον εαυτό και πολλά ακόμα, διαμορφώνονται σιγά σιγά οι προϋποθέσεις ευαλωτότητας προς τη χρήση χρήστη. Θα λέγαμε λοιπόν ότι η χρήση ουσιών εκφράζει μια βαθιά κρίση που διαχέεται σε όλα τα πεδία των σημερινών κοινωνικών σχέσεων.
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟΙ VS ΕΠΙΒΑΡΥΝΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Το ότι στεκόμαστε στην κοινωνική και πολυπαραγοντική φύση του φαινομένου δεν έχει σκοπό να «φορτώσουμε αλλού» την ευθύνη, ούτε σημαίνει ότι θεωρούμε εαυτούς έρμαια των κοινωνικών συνθηκών χωρίς δυνατότητες παρέμβασης στο πρόβλημα. Το ανάποδο μάλιστα. Βοηθά να βλέπουμε ολόπλευρα όλους τους παράγοντες που συνιστούν πρόληψη άρα να δρούμε προς όλες τις κατευθύνσεις, γνωρίζοντας τόσο τα όριά μας όσο και τις ευθύνες μας.
Από όσους δοκιμάζουν κάποια ουσία ένα ποσοστό θα περάσει στην περιστασιακή, μετά στη συστηματική χρήση και τελικά στην εξάρτηση. Υπάρχει πλήθος προστατευτικών ή επιβαρυντικών παραγόντων που μπορεί να αποτρέψουν ή να ευνοήσουν την επαφή με ουσίες για κάθε άτομο αλλά και τη συνέχιση της χρήσης. Μπορούμε να φανταστούμε αυτούς τους παράγοντες σαν μία ζυγαριά. Κι εδώ να πούμε ότι για να υπάρχει πειραματισμός με ουσίες κάποιοι επιβαρυντικοί παράγοντες υπάρχουν ήδη, γι’ αυτό και η μετάβαση από το ένα στάδιο χρήσης στο άλλο δεν είναι δύσκολη.
Τέτοιοι παράγοντες μπορεί να είναι :
Ατομικοί : μία ευάλωτη προσωπικότητα : Δυσκολία στο χτίσιμο σχέσεων, στην έκφραση συναισθημάτων, Ματαίωση, Χαμηλή Αυτοεκτίμηση, Έλλειψη ενδιαφερόντων – στόχων, Παραπληροφόρηση και άγνοια κινδύνων για τις ουσίες, Θετικές στάσεις και προσδοκίες για τη χρήση ουσιών, η ίδια η ηλικία με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πχ. εφηβεία.
Οι συνθήκες στην οικογένεια : αν υπάρχουν ασφαλή όρια (επίβλεψη και έλεγχος συνδυασμένα με την καλλιέργεια ικανοτήτων και εμπιστοσύνης, όχι δηλαδή παραμέληση αλλά ούτε και υπερπροστασία), η στάση των ίδιων των γονιών απέναντι στη χρήση ουσιών, οι συγκρούσεις, το επίπεδο της επικοινωνίας, συνεργασίας, κατανόησης κλπ.
Το επίπεδο σχέσεων με τους συνομήλικους : τα είδη δραστηριοτήτων που επιλέγονται, η στάση και οι προσδοκίες τους απέναντι στη χρήση ουσιών, η ανάγκη αποδοχής και ο φόβος περιθωριοποίησης πχ. ανοχή στη χρήση στην παρέα αλλάζει τις προσδοκίες από την παρέα και έτσι το άτομο γίνεται πιο ευάλωτο
Οι συνθήκες που επικρατούν στο σχολείο : σχολική αποτυχία, η παραμέληση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, η έμφαση στην επίδοση και όχι στη γνώση, η ύπαρξη δραστηριοτήτων που συμβάλουν στην ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας, η καλλιέργεια ομαδικού κλίματος, η ύπαρξη στο ίδιο το σχολείο ειδικών που μπορούν να πλαισιώσουν τους πιο ευάλωτους μαθητές
Οι εγγύτερες κοινωνικές συνθήκες : οικονομικές δυνατότητες, συνθήκες διαμονής, η ύπαρξη εγκαταστάσεων για δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, το αν ενισχύεται το αίσθημα κοινότητας ή η αποξένωση
Το κοινωνικό πλαίσιο ως προς τις ίδιες τις ουσίες : η επιτρεπτικότητα στη χρήση, η προβολή ουσιών, οι αντιλήψεις και τα πρότυπα ως προς την χρήση ουσιών, η πολιτική αντιμετώπισης των ναρκωτικών, ύπαρξη και η προσβασιμότητα σε υποστηρικτικές υπηρεσίες κλπ.
Η έγκαιρη παρέμβαση σε κάθε πλευρά αυτών των παραγόντων αποτελεί σύμμαχο στην πρόληψη της χρήσης ναρκωτικών.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΓΟΝΕΑ
Η μέση ηλικία έναρξης της χρήσης είναι τα 13 έτη. Κι αυτό γιατί η εφηβεία είναι μία κρίσιμη αναπτυξιακά περίοδος. Ξεκινά από το 10ο περίπου έτος και ολοκληρώνεται στο 20ο περίπου έτος της ζωής ενός ανθρώπου. Κρίσιμη, γιατί σε αυτό το διάστημα ο εγκέφαλος βρίσκεται στο pick της ενεργοποίησης και του μεγέθους του, είναι ιδιαίτερα εύπλαστος, συνεπώς πιο ευαίσθητος τόσο στη δράση ουσιών (με μακροπρόθεσμες συνέπειες κατά την ενηλικίωση), όσο και στο σχηματισμό νοημάτων γύρω από τον εαυτό, τις σχέσεις και τη ζωή συνολικά, με αποτέλεσμα η δράση του εφήβου προς όποια κατεύθυνση, να παίρνει σιγά σιγά το χαρακτήρα «στάσης ζωής».
Οι αναπτυξιακές αλλαγές που συντελούνται στην εφηβεία είναι γενικά μια αγχωτική διαδικασία. Πχ. εμφανίζεται για πρώτη φορά η ικανότητα αφηρημένης σκέψης. Ο έφηβος λοιπόν βλέπει τον εαυτό του να σκέφτεται «πιο μακριά» απ’ όσα έχει ζήσει και ταυτόχρονα να μην έχει ακόμα τις εμπειρίες για να αντιμετωπίσει όσα σκέφτεται. Αυτό με τη σειρά του φέρνει συναισθηματικές αλλαγές και αντιφατικούς τρόπους συμπεριφοράς : Ανάγκη για ανεξαρτησία, για αποδοχή από τον περίγυρο, ανάγκη σχηματισμού μιας προσωπικής ταυτότητας αλλά ταυτόχρονα και άγχος για το αν θα ανταπεξέλθει. Ρίσκο και ενθουσιασμός μαζί με αναποφασιστικότητα ή παραίτηση. Υπερευαισθησία / νεύρα μαζί με παθητικότητα. Επαναστατικότητα και καταγγελία μαζί με κλείσιμο στον εαυτό! Το συναισθηματικό αυτό μπέρδεμα καταλήγει πολλές φορές στην ανία και τη βαρεμάρα, στην ισοπέδωση δηλαδή του συναισθήματος σαν άμυνα από αυτή την πίεση και στην αναζήτηση εξωτερικών ερεθισμάτων που θα κάνουν τον έφηβο να νιώσει «γεμάτος». Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της περιόδου είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη της προσωπικότητας αλλά και εκείνα που μπορεί να καταστήσουν έναν έφηβο πιο ευάλωτο προς εξαρτητικές συμπεριφορές, ελλείψει άλλων προστατευτικών παραγόντων.
Χωρίς να υπάρχουν στεγανά, φαίνεται ότι για τους περισσότερους εφήβους η χρήση ναρκωτικών συνδέεται περισσότερο με μια στρεβλή αντίληψη της διασκέδασης, της ομαδικής συνύπαρξης, με αντιλήψεις που απορρίπτουν τα όρια ως παντελώς άχρηστα, με την ανάγκη εκπλήρωσης επιτευγμάτων και την αίσθηση προσωπικής αξίας, με την ανάγκη αποδοχής του εαυτού και των επιλογών του από τον περίγυρο, ενώ η χρήση λειτουργεί ως άμεσος ρυθμιστής του συναισθήματος (να πάρω κάτι θετικό ή να απαλλαγώ από κάτι αρνητικό).
Βλέπουμε δηλαδή ότι ο σκοπός πίσω από την εμπλοκή με την ουσία όχι μόνο δεν είναι κακός, το αντίθετο, είναι πολύ σημαντικός, απλά ο τρόπος επίτευξής του δεν είναι βοηθητικός γιατί υποκαθιστά τις πραγματικές δυνατότητες του ατόμου τελικά αποδυναμώνοντάς το. Γιατί κάποιος που μαθαίνει να παίρνει ό,τι έχει ανάγκη με έναν τεχνητό τρόπο ή με ένα μπαστουνάκι ασφαλείας αποδίδει εκεί και όχι στον εαυτό το του το θετικό αποτέλεσμα, έτσι θα δυσκολευτεί πολύ χωρίς αυτό όταν δεν θα μπορεί να το αξιοποιήσει. Θα νοιώσει αδύναμος, με αποτέλεσμα να αναζητήσει ίσως και πιο έντονα μετά κάτι που θα τον «ανεβάσει», πέφτοντας σε έναν φαύλο κύκλο.
Στο βαθμό που ως γονείς, μέσω της καλλιέργειας ενός κλίματος ασφαλούς έκφρασης αναγκών και συναισθημάτων, έγκυρης και όχι ηθικοπλαστικής ενημέρωσης, σαφούς οριοθέτησης αφουγκραζόμαστε με μη απορριπτικό τρόπο τις «τρύπες» που έρχεται να καλύψει η εξαρτητική συμπεριφορά, μας δίνεται η δυνατότητα να δώσουμε διεξόδους. Να ενθαρρύνουμε θετικές επιλογές, να επαινούμε για τις προσπάθειες σε όλα τα επίπεδα ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, να προτείνουμε τρόπους διαχείρισης του άγχους και των φοβιών, να βοηθήσουμε το παιδί να ανακαλύψει και να ασχοληθεί με τα ενδιαφέροντά του, δίνοντάς του κίνητρα και υλικό προβληματισμού για να αυτοβελτιώνεται, να μπορεί να αλλάζει ό,τι βλέπει και δεν του αρέσει, να στηρίζεται στις δυνάμεις του, να αναλαμβάνει ευθύνες.
Ο κανόνας είναι : Όσο νωρίτερα, τόσο το καλύτερο. Όταν δυσκολευόμαστε μόνοι, ζητάμε βοήθεια. Και φυσικά ότι ως ενήλικοι αποτελούμε πρότυπα σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή, δεν αρκεί μόνο το τι λέμε αλλά και το τι κάνουμε οι ίδιοι.
*Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στη εκδήλωση που διοργάνωσε η Ένωση Γονέων της 4ης δημοτικής κοινότητας του Δήμου Αθηναίας για την πρόληψη και αντιμετώπιση του προβλήματος των ναρκωτικών, στις 22/1/2023, από τη Σοφία Σκλαβενίτη, ψυχολόγο, μέλος της Γραμματείας του ΕΣΥΝ