Η σημερινή εκδήλωση έχει ιδιαίτερη σημασία. Βρισκόμαστε εδώ εκπροσωπώντας όλη τη θεραπευτική ομάδα του ΘΗΣΕΑ για να εκφράσουμε τις δικές μας θέσεις για την πρόληψη και την απεξάρτηση, οι οποίες κινδυνεύουν με το νομοσχέδιο που έρχεται. Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που μας αφορά όλους και όλες! Μας αφορά ως επιστήμονες, ως θεραπευτές, ως πολίτες. Αλλά κυρίως μας αφορά γιατί οι συμπολίτες μας που είχαν, έχουν και θα έχουν ανάγκη τις υπηρεσίες πρόληψης και απεξάρτησης είναι αυτοί που δεν μπορούν να τις διεκδικήσουν σήμερα. Είναι εκείνοι που δεν έχουν φωνή, που δεν μπορούν να βγουν στους δρόμους. Εκείνοι που είναι άνθρωποι σκιές. Για αυτούς λοιπόν, αλλά και για τους συναδέλφους από τα προγράμματα και κέντρα που καταργούνται, για τα παιδιά μας, αλλά και για εμάς βρισκόμαστε σήμερα εδώ!
ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΜΑΣ.
Η εξάρτηση δεν εμφανίζεται ξαφνικά στη ζωή ενός ανθρώπου και δεν είναι απλά και μόνο η χρήση ουσιών. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι χρήση, που έχει γίνει τρόπος ζωής, εκτοπίζοντας οτιδήποτε άλλο, σχέσεις, ενδιαφέροντα, ασχολίες. Είναι ανελευθερία.
Ο ίδιος ο όρος addiction στα Αγγλικά, που μεταφράζεται ως εξάρτηση στα Ελληνικά, υποδηλώνει συμπεριφορές καταναγκασμού. Προέρχεται από το λατινικό ρήμα addicere που σημαίνει επιδικάζω λόγω χρεών. Αναφέρεται στο ρωμαϊκό δίκαιο και αφορά στην κατάσταση δουλείας. Το ουσιαστικό addictus σημαίνει τον υποβιβασμένο στην κατάστασή του σκλάβου. Που υποθηκεύει ουσιαστικά τον ίδιο του τον εαυτό. Η εξάρτηση είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την υποδούλωση, την εκμετάλλευση και την παθητικότητα.
Η εξάρτηση είναι φαινόμενο σύνθετο και έχει πολιτικές, οικονομικές, ψυχολογικές, πολιτισμικές, βιολογικές διαστάσεις και βρίσκεται πάντα σε συνάρτηση με την κοινωνική και ιστορική περίοδο που εκδηλώνεται. Ο εξαρτημένος εκφράζει με έναν ακραίο και αυτοκαταστροφικό τρόπο όχι μόνο την δική του κρίση, αλλά της κοινωνίας ευρύτερα. Η εξάρτηση αντιπροσωπεύει την καθολική αποξένωση. Συνιστά μία ακραία μορφή αλλοτρίωσης του σύγχρονου ανθρώπου.
Η ιατροκεντρική κατεύθυνση που προτάσσει το νομοσχέδιο εκτός από το ότι αλλάζει την απεξάρτηση, υποτιμά και την ίδια την πρόληψη ενώ καθιστά μη απαραίτητες τις παρεμβάσεις της στην κοινότητα. Κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα ερευνητικά δεδομένα σήμερα, από τα οποία φαίνεται πως η ενίσχυση της πρόληψης είναι πιο αναγκαία από ποτέ.
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Έρευνα στο Μαθητικό Πληθυσμό του ΕΠΙΨΥ,η συνάντηση ενός/ μίας νέας με τις ναρκωτικές ουσίες τις περισσότερες φορές γίνεται περίπου στα 15 έτη. Η ίδια έκθεση δείχνει πως η χρήση κάνναβης σε μαθητές 16 ετών έχει διαχρονικά αυξητική τάση. Επιπλέον, παρατηρείται ανησυχητική αύξηση και άλλων νόμιμων εξαρτητικών συμπεριφορών. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι το 19% των μαθητών έχουν υπερβολική ενασχόληση με ηλεκτρονικά παιχνίδια, ενώ το 44% είναι εξαρτημένοι από μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επιπλέον, το 33% έχει στοιχηματίσει χρήματα τουλάχιστον μία φορά μέσα στο τελευταίο έτος. Στο πεδίο, παρατηρούμε ανησυχητική αύξηση της κατανάλωσης ενεργειακών ποτών, συμπληρωμάτων διατροφής, αναβολικών για αθλητικούς σκοπούς, καθώς και παραισθησιογόνων ουσιών που έως πρόσφατα θεωρούνταν ακίνδυνα (γνωστά ζελεδάκια).
Παρατηρείται, ταυτόχρονα, η κοινωνική αποδοχή και προώθηση των εξαρτητικών συμπεριφορών ως τρόπο ζωής. Πρόσφατο παράδειγμα, η ευρεία διάθεση της ναρκωτικής ουσίας HHC, μίας ουσίας που προέρχεται από το φυτό της κάνναβης με παρενέργειες παρόμοιες με την κάνναβη αλλά συντομότερης διάρκειας. Η ουσία αυτή εμφανίστηκε στα τέλη του 2021 στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη συνέχεια έγινε δημοφιλής στην Ευρώπη. Στη χώρα μας κυκλοφορούσε ελεύθερα μέχρι φέτος τον Ιανουάριο, παρά τις προειδοποιήσεις από τον Απρίλιο του 2023. Μέχρι πριν 2 μήνες, δηλαδή, οι νέοι αγόραζαν από το περίπτερο ναρκωτικά, «απόλυτα νόμιμα». Αν κάποιος εξέφραζε την ανησυχία του, θεωρείτο συντηρητικός! Τα παραδείγματα δεν σταματούν εδώ. Τον περασμένο μήνα, διεξήχθη στην Αθήνα, συνέδριο με τίτλο «ΜΗΝ ΚΟΛΛΑΣ». Από μεγάλο τηλεοπτικό σταθμό, με τη συμμετοχή του Υπουργείου Υγείας, και χορηγούς στοιχηματικές, φαρμακευτικές και εταιρείες καπνού, που στόχο είχε την προώθηση υγιών πρακτικών μείωσης της βλάβης. Ακούμε για υγιείς πρακτικές και στο μυαλό μας έρχονται όλες οι αντιφατικές και αντιεπιστημονικές δηλώσεις, όπως χρήση με μέτρο, χρήση με αξιοπρέπεια, μαλακά και σκληρά ναρκωτικά. Η περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα, θα λέγαμε, πως προωθεί ή το λιγότερο ανέχεται την εξάρτηση.
Σε μια κοινωνία όπου τα μέλη της είναι αντιμέτωπα με τη φτώχεια, την προσφυγιά, την εκμετάλλευση και την αβεβαιότητα. Όπου οι ανθρώπινες ανάγκες έχουν «παγώσει» και τα συναισθήματα έχουν «κοιμηθεί», εκεί που η εξάρτηση μοιάζει με μοναδική λύση ανακούφισης και διαφυγής, ο ρόλος της πρόληψης είναι καθοριστικός περισσότερο από ποτέ. Μιας πρόληψης που αγκαλιάζει όλη την κοινωνία και στο επίκεντρο έχει τις αιτίες που οδηγούν στην εξάρτηση, δηλαδή την κοινωνική αποξένωση, τη παθητική στάση για τη ζωή, την απουσία συλλογικής συνείδησης και δράσης, την απενοχοποίηση της χρήσης.
Για εμάς αντιμετώπιση των ναρκωτικών σημαίνει ενίσχυση του τρίπτυχου: Πρόληψη, Θεραπεία, Επανένταξη
Τα 75 υποστελεχωμένα Κέντρα Πρόληψης της χώρας εργάζονται καθημερινά μέσα στην κοινότητα και απαντούν στις τοπικές ανάγκες από τη δεκαετία του ’80. Αν κλείσουν αυτά, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο, θα οδηγηθούμε σε έναν τύπο πρόληψης όπως βλέπουμε στο εξωτερικό που έχει να κάνει με καμπάνιες, διαφημιστικές και τηλεοπτικές.Η πρόληψη όμως δεν είναι μόνο ενημέρωση. Στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα, τα Κέντρα Πρόληψης φαίνεται να έχουν έναν πρωτοποριακό χαρακτήρα, καθώς οι παρεμβάσεις τουςείναι καθολικές. Δεν επικεντρώνονται αποκλειστικά στη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών αλλά εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο της πρόληψης των επικίνδυνων συμπεριφορών και της προαγωγής της ψυχοκοινωνικής υγείας. Οι υπηρεσίες της πρόληψης παρέχονται σε μεγάλο εύρος, από τα πρώτα βήματα ενός παιδιού, τους νέους γονείς, την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Γονείς, παιδιά, έφηβοι, νέοι, και εκπαιδευτικοί ενημερώνονται για τις εξαρτήσεις, τα ζητήματα σεξουαλικότητας και ταυτότητας. Ενδυναμώνονται ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται καθημερινές δύσκολες καταστάσεις, να αντιστέκονται στις πιέσεις, να αναγνωρίζουν τις ικανότητες τους και να επιλέγουν θετικές στάσεις ζωής.
Οι παρεμβάσεις τους αναδεικνύονται μέσω της ανθρώπινης επαφής, της επικοινωνίας, της αντιμετώπισης των συναισθημάτων, της αλληλεγγύης, της ενίσχυσης της αυτοεκτίμησης. Μέσω της ενασχόλησης με τον αθλητισμό και τον πολιτισμό, μέσω της μόρφωσης, της σταθερής εργασίας. Η πρόληψη είναι διαρκής και όχι στατική, όπως είναι και το φαινόμενο της χρήσης ναρκωτικών και όλα τα κοινωνικά φαινόμενα.
Ειδικότερα, για τα παιδιά και τους νέους, οι υπηρεσίες πρόληψης είναι πολύτιμες καθώς συμβάλλουν στην ενίσχυση των κοινωνικών δεξιοτήτων και των κινήτρων για μάθηση, την αντιμετώπιση του άγχους αποχωρισμού και της επιθετικής συμπεριφοράς, την ανάπτυξη της αντοχής στα λάθη και την συνέχιση της προσπάθειας. Συμβάλλουν στην επικοινωνία, στις σχέσεις με τους συνομηλίκους, στη συλλογική δράση, στην επαφή με τον πολιτισμό και τον αθλητισμό, στην αυτοεκτίμηση, στην αντίσταση στη χρήση ουσιών. Συμβάλλουν καταλυτικά στην προώθηση των αξιών όπως η αλληλεγγύη, η ευγενής άμιλλα και η αγωνιστική στάση στη ζωή.
Σχετικά με τους εκπαιδευτικούς, η στήριξή τους είναι υψίστης σημασίας, προκειμένου να επιτευχθεί η κάλυψη των αναγκών τους και η αντιμετώπιση των σύγχρονων φαινομένων κοινωνικής παθογένειας, όπως η αύξηση βίας και των παραβατικών συμπεριφορών. Η ευρύτερη χρήση και διακίνηση ουσιών.
Όσον αφορά τους γονείς, ενισχύεται ο ρόλος τους ώστε να μπορούν να εμβαθύνουν στη δυναμική της οικογένειας, στις σχέσεις με τα παιδιά τους, να θέσουν ασφαλή όρια, να αναπτύξουν οι ίδιοι στάση ενάντια στις εξαρτήσεις.
Σε μία εποχή που παρατηρείται άνοδος στις εξαρτήσεις και τη βία παιδιών, εφήβων και νέων, η απάντηση είναι ξεκάθαρα η ενίσχυση των Κέντρων Πρόληψης, μίας υπηρεσίας που ιδιαίτερα στις μικρές κοινότητες, αποτελεί τη μοναδική υπηρεσία ψυχικής υγείας που θα απευθυνθεί ένας πολίτης. Χρειάζεται να διασφαλίσουμε την ενίσχυση θεσμών που μάχονται την αδιαφορία, την αλλοτρίωση και τον ατομικισμό, προσφέροντας εναλλακτικούς τρόπους και στάσεις ζωής. Που στο επίκεντρο έχει τον κοινωνικό άνθρωπο και τη διασφάλιση της ψυχικής υγείας. Τη διαμόρφωση της συνείδησης του ατόμου ως μέλος της κοινωνίας, που αγωνίζεται για τις ανάγκες του. Αγαπά και φροντίζει το σώμα του ως «φυσικό θώρακα» αυτής. Για έναν άνθρωπο ολοκληρωμένο, χωρίς φόβο για τις εξαρτήσεις που πολεμά από οποιαδήποτε θέση. Για μία ζωή ελεύθερη από ουσίες και για ανθρώπους που ονειρεύονται και δημιουργούν!
Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα…
Αν πρόκειται να μου συμβεί κάτι θέλω να είμαι εκεί…
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά…
Χαίρομαι, λυπάμαι, θυμώνω, στενοχωριέμαι, απογοητεύομαι, αγαπώ. Όλα αυτά τα νοιώθω.
Έτσι ξεκινούσαν τα γράμματα που έγραψαν τα μέλη μιας ομάδας απεξάρτησης, προετοιμάζοντας την δραματοθεραπευτική παράσταση που θα σηματοδοτούσε την ολοκλήρωση της θεραπείας τους. Μετά από δύο χρόνια ψυχοθεραπείας, τα μέλη της ομάδας είχαν βρει τις λέξεις που χρειάζονταν για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, φόβους, χαρές, λύπες και θυμούς.
Εάν η εξάρτηση απογυμνώνει το σώμα από κάθε συναίσθημα, στόχος της απεξάρτησης είναι να δώσει όνομα στα ανείπωτα συναισθήματα, στις σκέψεις που δεν τολμούν να αποκτήσουν φωνή.
Ερχόμαστε σήμερα εδώ να πράξουμε αυτό ακριβώς που πρεσβεύει η απεξάρτηση : να λειτουργήσουμε κοινωνικά και από μια θέση ευθύνης να μιλήσουμε μαζί σας.
Ας δούμε τι ισχύει σήμερα για την απεξάρτηση.
Στη σημερινή πραγματικότητα η αντιμετώπιση της εξάρτησης γίνεται στα στεγνά προγράμματα και στα προγράμματα με υποκατάστατα.
Α) Στα προγράμματα με υποκατάστατα η ψυχική απεξάρτηση αναστέλλεται και όπως το δηλώνει ο όρος «υποκατάστατα» γίνεται μια συντήρηση της ψυχικής λειτουργίας της εξάρτησης με στόχο της μείωση της βλάβης και όχι τη θεραπεία. Το υποκατάστατο σημαίνει τη χορήγηση ενός συνθετικού φαρμάκου, άρα η εξάρτηση δεν καταργείται αλλά διαιωνίζεται ελεγχόμενα. Μια τέτοια προσέγγιση εκτός του ότι δεν απεξαρτά το άτομο, έχει ίσως και την πιο επικίνδυνη επίπτωση το ότι το καθιστά ελεγχόμενο από αυτόν που του χορηγεί το υποκατάστατο.
Στη θεραπεία με τα υποκατάστατα απουσιάζει η ψυχοθεραπευτική στήριξη, η ψυχοεκπαίδευση και η κοινωνική επανένταξη αυτών των ατόμων. Ο άνθρωπος με θέματα εξάρτησης έχει ανάγκη υποστήριξης και θεραπείας ώστε να αποφευχθεί ο στιγματισμός και ο κοινωνικός του αποκλεισμός. Η απεξάρτηση είναι και σωματική και ψυχική. Η σωματική διαρκεί ένα μικρό χρονικό διάστημα, ενώ η ψυχική είναι εκείνη που έχει σαφώς μεγαλύτερη διάρκεια. Είναι όμως η μόνη ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος της εξάρτησης και παρέχεται ΜΟΝΟ στα στεγνά προγράμματα και δη στα δημόσια.
Β) Στα στεγνά προγράμματα ( ΨΝΑ- 8 ΑΝΩ, ΚΕΘΕΑ, ΨΝΘ-ΑΡΓΩ, ΘΗΣΕΑΣ, ΚΕΝΤΡΟ ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΕΛΕΩΝΑ ΘΗΒΩΝ, ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΚΕΡΚΥΡΑΣ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΝΑ ΤΑ ΑΝΑΦΕΡΟΥΜΕ, ΑΛΛΑ ΑΣ ΤΑ ΕΧΟΥΜΕ ), στοχεύουμε στην πλήρη και σταθερή αποχή του ανθρώπου από τις ουσίες. Η θεραπευτική διαδικασία δεν εμπλέκει μόνο το ίδιο το άτομο, αλλά και τον ευρύτερο του περίγυρο. Η προσέγγιση που ακολουθείται είναι ουμανιστική, δηλαδή ο θεραπευόμενος αντιμετωπίζεται ως φορέας δικαιωμάτων και όχι ασθενής που υποβάλλεται παθητικά σε θεραπεία. Επιπλέον του δίνεται η επιλογή να ακολουθήσει το πρόγραμμα που του ταιριάζει και ενδείκνυται για την περίπτωση του και έτσι διασφαλίζεται ο θεραπευτικός πλουραλισμός.
Τι πάει να κάνει το Υπουργείο σήμερα ;
Το Υπουργείο με το νομοσχέδιο της ολοκλήρωσης της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης προωθεί τη δημιουργία ενός συγκεντρωτικού οργανισμού (ΕΟΠΑΕ) – Εθνικός Οργανισμός Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων, αποκομμένου από τις τοπικές κοινωνίες. Χωρίς να λάβει υπόψιν του τις απόψεις των επιστημόνων πρώτης γραμμής, των ληπτών υπηρεσιών και της κοινωνίας, προτάσσει μια στενά βιοϊατρική προσέγγιση, ενώ η εξάρτηση είναι ένα σύνθετο πολυπαραγοντικό φαινομένο. Χάνεται η θεραπευτική κουλτούρα της απεξάρτησης και η έννοια της απεξάρτησης γενικότερα. Στον τομέα θεραπείας εντάσσονται μονάχα προγράμματα σωματικής αποτοξίνωσης βραχείας παρέμβασης και προγράμματα υποκατάστασης και μείωσης βλάβης. Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση των «στεγνών» προγραμμάτων και σε αλλοίωση του εκάστοτε ιδιαίτερου θεραπευτικού τους χαρακτήρα. Χάνεται το σημερινό θεραπευτικό συνεχές * και οι πολίτες θα στερηθούν την ελεύθερη επιλογή θεραπευτικής προσέγγισης.Μας δίνουν να καταλάβουμε πως δεν μας θέλουν ελεύθερους.
Γιατί ; μας γυρνάει έναν αιώνα πίσω
Αυτό που διαπιστώνουμε διαβάζοντάς το είναι πως η εξάρτησηθεωρείται ασθένεια. Θεωρείται αυτοπροκαλούμενη χρόνια και υποτροπιάζουσα νόσος. Το νομοσχέδιο αφήνει στην άκρη όλους τους άλλους αιτιολογικούς παράγοντες(φτώχεια, οικογενειακές δυσλειτουργίες, κοινωνικός αποκλεισμός και άλλα) και ονομάζοντας την εξάρτηση αυτοπροκαλούμενη κατηγορεί τον ίδιο το εξαρτημένο άτομο , αφαιρώντας την ευθύνη από την κοινωνία και την πολιτεία. Προωθεί την ιατρικοποίηση της απεξάρτησης μιλώντας για νόσο και ανοίγει το δρόμο σε φάρμακα και κλινικές. Αυτή η αντίληψη συντηρεί τα κοινωνικά στερεότυπα και περιθωριοποιεί τους εξαρτημένους ανθρώπους. Μια πρακτική αντιμετώπισης της εξάρτησης που μας γυρνάει σχεδόν έναν αιώνα πίσω.Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, η ιατροκεντρική προσέγγιση της εποχής Επικέντρωνε την προσοχή στην συμπτωματολογία και την παθολογία με στόχο την εξάλειψη των συμπτωμάτων και κυρίως την αλλαγή της συμπεριφοράς ώστε να καταστεί ελεγχόμενη, τακτική που δεν στόχευε στην υγεία και τη θεραπεία του ατόμου αλλά στον έλεγχό του. Λειτουργούσαν θεραπευτήρια τύπου detox, όπου αναγκαστικά για την αποφυγή της φυλάκισης, στους ηρωινομανείς χορηγούνταν μορφίνη και τους χασισομανείς ηρεμιστικά και υπνωτικά. Οι άνθρωποι αυτοί μετά από 20 ημέρες θεωρούνταν θεραπευμένοι. Στην πραγματικότητα, είχαν εθιστεί σε μία νέα ουσία, την ουσία υποκατάστασης που τους χορηγήθηκε. Το 1960, με τη λειτουργία των πρώτων θεραπευτικών κοινοτήτων στην Αμερική, η «θεραπεία» αυτή κρίθηκε αντιεπιστημονική.
H εξάρτηση, όμως, δεν είναι ασθένεια! Η εξάρτηση είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο και ο εξαρτημένος είναι ένας άνθρωπος που δυσλειτουργεί σε έναν κόσμο δυσλειτουργικό. Γνωρίζουμε πως η εξάρτηση από ουσίες είναι το προϊόν της συνάντησης μιας ή περισσότερων ψυχοδραστικών ουσιών, με μια ευάλωτη προσωπικότητα, σε μια δοσμένη κοινωνικοπολιτιστική στιγμή.
Πώς είναι η κοινωνία μας σήμερα σε σχέση με τα ναρκωτικά και την εξάρτηση εν γένει ;
Στο σήμερα λοιπόν, το προφίλ των ανθρώπων στη χρήση έχει αλλάξει. Παρατηρείται μια σταδιακή, κοινωνική αποδοχή της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, αλκοόλ και άλλων εξαρτήσεων (ίντερνετ, τζόγος), ως φυσιολογική συμπεριφορά, ταυτισμένη με το σύγχρονο τρόπο ζωής και την παραπληροφόρηση. Επίσης παρατηρείται έναρξη της χρήσης σε μικρότερες ηλικίες νέων. Ως αποτέλεσμα της γενικότερης κοινωνικής -οικονομικής κρίσης, οι νέοι στρέφονται στην «ευκολία» της χρήσης ουσιών, κυρίως χασίς, που προβάλλεται ως αποδεκτή, παραιτούμενοι από όνειρα, αποφεύγοντας να προσπαθήσουν, ματαιωμένοι πριν καν ξεκινήσουν τη ζωή τους. Η εξάρτηση είναι μια παράδοξη στρατηγική επιβίωσης γι’ αυτούς τους ανθρώπους, όπως λέει η κα Κατερίνα Μάτσα, πρώην διευθύντρια του 18 Άνω: “Παίρνουν ναρκωτικά, που τους φέρνουν κοντά στον θάνατο, όχι για να πεθάνουν, αλλά για να επιβιώσουν, να αντέξουν να ζουν σε μια δυσβάσταχτη, μια αβίωτη πραγματικότητα”.
Για αυτό κι εμείς πιστεύουμε ότι ο αγώνας κατά της εξάρτησης είναι πρωτίστως αγώνας για κοινωνική αλλαγή και η απεξάρτηση είναι μία επαναστατική πράξη!
Αφού ξεκινήσαμε με φράσεις των μελών του προγράμματος, ας κλείσουμε και με μία τέτοια..
«Είναι καιρός τα όνειρά μου να ακολουθήσω…βρήκα φως και είπα πίσω δε θα γυρίσω πια!»
ΜΕΤΑΒΑΣΗ : MΕΧΡΙ ΤΩΡΑ ΕΙΔΑΜΕ Τί ΕΙΝΑΙ Η ΕΞΑΡΤΗΣΗ, Τί Η ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ ΚΑΙ Τί ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΝΑ ΑΝΑΤΡΕΨΕΙ. ΠΑΜΕ ΣΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΣΤΕΓΝΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΗΣ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗΣ ΠΟΥ ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΜΕ ΝΑ ΒΡΕΘΟΥΜΕ.
Ο άνθρωποςμε θέματα εξάρτησης, λοιπόν, αφού δεν είναι χρόνιος και ανίατος ασθενής μπορεί να θεραπευτεί. Αυτό, βεβαίως, χρειάζεται κάποιες πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως προγράμματα «στεγνά»,που σήμερα απειλείται οδημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας τους.
Για να αντιληφθούμε το μέγεθος της οπισθοδρόμησης που φέρνει αυτό το νομοσχέδιο, χρειάζεται να αναφερθούμε στην ιστορία και τον τρόπο λειτουργίας των κέντρων απεξάρτησης.
Ο κινηματικός χαρακτήρας των προγραμμάτων φαίνεται από τη γέννησή τους. Όλα τα δημόσια προγράμματα, με πιο γνωστά, το ΚΕΘΕΑ, το 18ΑΝΩ, αποτελούν προϊόντα κοινωνικών αγώνων και αμφισβήτησης.
Το 1983 ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη η «ΙΘΑΚΗ», η πρώτη θεραπευτική κοινότητα για χρήστες ναρκωτικών στην Ελλάδα, ανοίγοντας τον δρόμο για τη θεραπεία και κοινωνική επανένταξη των εξαρτημένων ατόμων στη χώρα μας. Από το 1983 το ΚΕΘΕΑ είπε ότι τα ναρκωτικά είναι κοινωνικό πρόβλημα, δεν είναι ούτε ιατρικό, ούτε ψυχιατρικό. Το 1987 το 18ΑΝΩ με την ίδια φιλοσοφία, υιοθέτησε ως μέθοδο θεραπευτικής αντιμετώπισης της εξάρτησης, την ψυχοθεραπεία και τη θεραπεία μέσω τέχνης. Το 1995 ξεκινά τη λειτουργία του ο ΟΚΑΝΑ, πρεσβεύοντας ένα ιατρικό πρότυπο για την προσέγγιση της τοξικοεξάρτησης, ορίζοντάς την ως χρόνια υποτροπιάζουσα νόσο. Στην Καλλιθέα, το 1989 ιδρύεται ο ΘΗΣΕΑΣ ως πρόγραμμα αντιμετώπισης της φτώχειαςκαι το 1990 ξεκινά τη λειτουργία του ως πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της τοξικοεξάρτησης, το οποίο λειτουργεί έως σήμερα.
Είναι ένα στεγνό πρόγραμμα που προσφέρει τις υπηρεσίες του δωρεάν.
Στον ΘΗΣΕΑ μπορούν να απευθυνθούν:
- χρήστες ουσιών (ενήλικες και έφηβοι και έφηβες)
- οι οικογένειες τους,
- οικεία τους πρόσωπα (αδέρφια, σύντροφοι)
- φορείς και οργανισμοί που ζητούν ενημέρωση σε θέματα εξαρτήσεων
Το πρόγραμμα του Θησέα είναι ανοιχτό δηλαδή οι θεραπευόμενοι δε διαμένουν στο πρόγραμμα. Λειτουργεί σε καθημερινή βάση και δεν παρέχει φαρμακευτικές ουσίες ή υποκατάστατα.
H θεραπεία της απεξάρτησης στο πρόγραμμα του Θησέα στηρίζεται στην ατομική και ομαδική ψυχοθεραπεία και στις θεραπείες μέσω τέχνης, Δραματοθεραπεία και Χοροθεραπεία.
Παράλληλα , ενισχύεται η συμμετοχή σε ομάδες δημιουργικού χαρακτήρα εντός του πλαισίου και σε ομαδικές δράσεις όπως ο εθελοντισμός, η συμμετοχή σε αθλητικούς αγώνες, οι επισκέψεις σε μουσεία, εκθέσεις και παραστάσεις.
Τα μέλη δεν αποκόβονται από τις κοινωνικές δραστηριότητες και τα ενδιαφέροντά τους, αντιθέτως ενισχύεται η συμμετοχή τους σε αυτά.
Η συμμετοχή των γονέων στη διαδικασία της απεξάρτησης συμβάλλει καθοριστικά στην πορεία της θεραπείας, ενισχύει τα θετικά αποτελέσματά της και διαμορφώνει όρους πρόληψης της υποτροπής.
Αντιλαμβανόμαστε, δηλαδή, ότι η θεραπευτική αντιμετώπιση στα στεγνά προγράμματα όπως είναι ο ΘΗΣΕΑΣ, στηρίζεται στην αρχή ότι η απεξάρτηση δεν είναι ούτε αποτοξίνωση ούτε απεθισμός. Αυτό είναι το εύκολο κομμάτι, διότι αφορά στα σωματικά συμπτώματα.Το δύσκολο είναι η ψυχική απεξάρτηση. Είναι μια διαδικασία διαρκών αλλαγών της προσωπικότητας και της στάσης ζωής αυτού του ατόμου, μέσα από εσωτερικές ρήξεις και ανατροπές και κυρίως μέσα από τη ρήξη του με τον καταναγκασμό της εξάρτησης. Διαμορφώνει ένα νέο τρόπο ζωής, χωρίς ουσίες και χωρίς φυγές κάθε τύπου.Αντλεί ικανοποίηση από νέες πηγές ευχαρίστησης στο χώρο της δημιουργίας και των σχέσεων με τον Άλλο. Γίνεται ικανός να ανοίξει νέους ορίζοντες στη ζωή, τη σκέψη, το συναίσθημά του. Είναι μια διαδικασία μεταμόρφωσης του σε κοινωνικό άτομο, ικανό να αναλάβει τις ευθύνες της ζωής του, να διεκδικήσει τα δικαιώματά του, να λειτουργήσει συλλογικά και δημιουργικά, να θέσει στόχους, που δίνουν νόημα και περιεχόμενο στη ζωή του.Μετακινείται από την ανελευθερία της εξάρτησης σε μια ζωή, με υγιείς και ειλικρινείς σχέσεις, ελεύθερης από ουσίες.
Αυτά δεν επιτυγχάνονται με συμβουλευτική, εκπαίδευση, βραχύχρονες παρεμβάσεις ή απλή ψυχοκοινωνική στήριξη, όπως μας λέει το νομοσχέδιο που έρχεται. Η θεραπεία επιτυγχάνεται μόνο μέσα από τα στεγνά προγράμματα, χωρίς υποκατάστατα. Εκεί που οι άνθρωποι παύουν να είναι σε καταστολή και μπαίνουν ξανά στην κοινωνία. Έρχονται σε επαφή με την ομάδα, την τέχνη, τον πολιτισμό, την αλληλεγγύη και τη συλλογική δράση.
Αυτός είναι και ο κοινός στόχος των στεγνών προγραμμάτων, παρά τις όποιες διαφορές στη φιλοσοφία τους. Τα προγράμματα με τις διαφορετικές φιλοσοφικές τους ρίζες και παρεμβάσεις κατ’ επέκταση, συνθέτουν ένα δίκτυ προστασίας, το δίκτυο απεξάρτησης στην Ελλάδα. Η πολυφωνία των θεραπευτικών προτάσεων που υπάρχει σήμερα, δίνει στους ενδιαφερομένους τη δυνατότητα επιλογής του προγράμματος που τους ταιριάζει ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Και όπως είπαμε, η ενεργός συμμετοχή έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη θεραπεία των εξαρτήσεων. Η επιλογή, λοιπόν, του προγράμματος απεξάρτησης από τον κάθε ενδιαφερόμενο θα μπορούσαμε να πούμε, πως αποτελεί ταυτόχρονα κεκτημένο δικαίωμα αλλά και υποχρέωσή του. Αυτή η βασική αρχή ,λοιπόν,καταστρατηγείται με την ίδρυση του ενιαίου φορέα που οδηγεί στην ομογενοποίηση. Ο νόμος που έρχεται προτάσσει ένα μοντέλο θεραπείας βασισμένο σε βραχύχρονες θεραπευτικές παρεμβάσεις. Μία άμεση και γρήγορη λύση ως θεραπεία. Και ξέρετε, αυτό βρίσκεται σε πλήρη συνήχηση με την παθολογία της τοξικοεξάρτησης! Όπως ο χρήστης μέσα από την ουσία βρίσκει γρήγορη και εύκολη ανακούφιση, νομίζοντας πως βρίσκει λύση στα προβλήματά του, τα οποία τελικά διαιωνίζονται, έτσι και ο υφυπουργός προτείνει μία απλοϊκή και σύντομη λύση ως θεραπεία σε ένα σύνθετο κοινωνικό ζήτημα. Το νομοσχέδιο για το οποίο μιλάμε όχι μόνο δε δίνει λύση στο φαινόμενο των εξαρτήσεων, αντιθέτως μπορεί να λειτουργήσει ενισχυτικά στην εξάπλωσή του. Τις υπηρεσίες που θα στερηθούν οι θεραπευόμενοι στη βάση εφαρμογής του νομοσχεδίου, θα ανοίξουν ευκαιρίες εκμετάλλευσης από τον ιδιωτικό τομέα. Κάτι που όμως δεν μπορεί να δώσει ελπίδες στην απεξάρτηση καθώς απεξάρτηση πέρα από πρόγραμμα δημόσιο δεν νοείται.
Είναι στο χέρι μας λοιπόν να μη γυρίσουμε πίσω! Θα παραμείνουμε συνοδοιπόροι αυτών των ανθρώπων που χρειάζονται τα στεγνά προγράμματα προκειμένουνα αφήσουν πίσω τους τη σκλαβιά της χρήσης για μια νέα ζωή μακριά από ουσίες !
Η ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ! ΟΙ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΔΕΝ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ, ΕΠΙΛΕΓΟΝΤΑΙ!
Ζητάμε να μην κατατεθεί το νομοσχέδιο γιατί θα αποτελέσει την ταφόπλακα της απεξάρτησης στην Ελλάδα !
Σταματίνα Πουλοπούλου (ψυχολόγος)
Ανδρονίκη Νικολακάκη (κοινωνιολόγος – δραματοθεραπεύτρια)
Ερασμία Περδίου (χοροθεραπεύτρια)
Θεραπευτικό Προσωπικό «ΘΗΣΕΑΣ»